Όταν ήμουν μικρή δήλωνα σε όλους πως όταν μεγαλώσω θα κάνω μια δουλειά που θα μου επιτρέπει να ξυπνώ ότι ώρα θέλω… ο ύπνος, το χουζούρι και το διάβασμα ως το ξημέρωμα, ήταν για εμένα ζωτικής σημασίας… να όμως που προχωρώντας τα χρόνια με τα γοργά τους βήματα με έφεραν μπροστά σε νέες συνθήκες.
τωρα πια γνωρίζω πως ζωτικής σημασίας είναι το ξύπνημα!
Πριν την μητρότητα τα κατάφερνα να οργανώσω διαφορετικά το πρόγραμμα μου, μετά ξαγρυπνουσα φυσικά και πάλι … ακόμα και όταν το μωρό κοιμόταν εγώ απολάμβανα το σκοτάδι και την νεκρική σιγή διαβάζοντας … και το πρωί ξυπνούσα δίχως ανάσα, σαν κυνηγημένη… να τα οργανώσω όλα όπως πρέπει.
Ευχόμουν απλά να βρίσκομαι στο κρεβάτι.
τα τελευταία χρόνια άρχισε να μου τραβα την προσοχη η σημασία του πρωινού ξυπνήματος, αρχικά το κορόιδευα αυτό το «η θεϊκή ώρα είναι 6.00 το πρωί»…
Ξεκίνησα να διαβάζω για όλα αυτά τα «γιογκικα» … ιεροτελεστίες ξυπνήματος, χαιρετούρες στον ήλιο, και αλλά τόσα περίεργα, αλλόκοτα και αστεία αρκετές φορές.
Έτσι μου φαινόντουσαν τότε.
Μέχρι που πέρσι το σώμα μου αποφάσισε να πάρει τα ηνία . Το είχα εξαντλήσει, άπειρες ώρες απαιτητικής συναισθηματικά δουλειάς, ένα παιδί σε απαιτητική ηλικία, και μια γυναίκα (εγώ) με επιθυμίες και ανάγκες … κυρίως η ανάγκη να υπάρχω λίγο με μένα … και οι περικοπές του προσωπικού χρόνου αρκετες για να χωρέσουν όλα μέσα στις εναλλασσόμενες ώρες βιασύνης… να τα χωρέσω όλα σε ένα 24ωρο!
Άσε που το σώμα πεινούσε για φως και ήλιο!
Πήρε που λέτε τα ηνία το σώμα και είπε «κάνε πίσω κοπελιά… το παράκανες!».
Και ένα πρωί, την προηγούμενη χρονιά, που η μικρή μου είχε ξεκινήσει την πρώτη δημοτικού και εγώ μέσα σε όλα, είχα μπλέξει για τα καλά μέσα σε μια δίνη εξετάσεων, θεραπειών και αγωνίας… αποφάσισα να ακούσω το σώμα μου! Δεν είχα άλλη επιλογή.
Το πρώτο πράγμα που εκανα είναι το εξής… προσπάθησα να ξυπνήσω όσο πιο νωρίς γίνεται στόχος 6.30, ξαφνικά τα γιογκικα ξόρκια είναι η τροφή της ψυχής για μένα, τροφή που ισορροπεί το σώμα και το μυαλό! Δεν είναι εύκολο… μη σας πω πως πέρασα ένα ολόκληρο καλοκαίρι να κάνω γκάλοπ και να αναρωτιεμαι τι είναι αυτό που κάνει ελκυστικό το κρεβάτι ενώ έχουμε τόσο πράγματα να κάνουμε έξω από αυτό!
προσπαθώ… προσπαθώ να έχω χρόνο για μένα, να βάζω το μυαλό μου σε σειρά, να ακούω όσα σκέφτομαι! Έχω μάθει να ακούω όσα σκέφτομαι σε σχέση με τους άλλους, είναι η φύση της δουλειάς μου, αλλά έτσι είναι και η φύση του ανθρώπου. Έχουμε μάθει πως αν ακούμε τους άλλους θα επιβιώσουμε… οι ασθενείς μου γίνονται όλο και καλύτερα καθώς ακούν όλο και πιο καθαρά τις σκέψεις τους!
Απαιτείται ισορροπία.
Η ισορροπία όμως αυτή είναι αδύνατον να επιτευχθεί αν δεν ισορροπούν σώμα και ψυχή, ή μάλλον αν το μυαλό δεν ισορροπεί ανάμεσα στα δυο αυτά σημεία της ύπαρξης μας.
Αρχίζω να πιάνω το νόημα, ποτέ δεν είναι αργά.
Αναζητώ τον ήλιο και τα βράδια που πάω να ξεπεράσω την ώρα που έχω θέσει ως στόχο ύπνου θυμίζω στον εαυτό μου πως είναι πιο ελκυστικό να έβρει ο ήλιος να διαβάζω, μετά από έναν καλό ύπνο. Και έτσι αναζητώ το χάραμα αφού όμως έχω πρώτα ξεκουράσει το σώμα μου και μαζί του το μυαλό μου!
Και κάθε φορά που δυσκολεύομαι να σηκωθώ από το κρεβάτι προσπαθώ να ακούσω το σώμα μου, τις περισσότερες φορές μου μεταφέρει ένα μήνυμα από την ψυχή.
Κάτι συμβαίνει εκεί και η ψυχή το τραβά κάτω, «μείνε εδώ, για λίγο ακόμα, που να τρέχεις τώρα» έτσι του λέει και το βαραίνει με κάτι περίεργα βαρίδια μέσα στο στομάχι και κάπου πάνω στον αυχένα.
Και προσπάθεια στην προσπάθεια έχω ξεκινήσει να κατανοώ τι συμβαίνει, και σαν στις πρακτικές της γιόγκα έτσι και με την ψυχή, σκέψη στην σκέψη, γράψιμο στο γράψιμο… μαλακώνει η ψυχή και γίνονται όλο και πιο ελαστικές οι αρθρώσεις της…
(θα επανέλθω… ως τότε αφήνω εδώ αυτό που βρήκα ψαχουλεύοντας στο διαδύκτιο για τον ύπνο και τα ξυπνήματα, ένα απόσπασμα από την Βικιπαίδεια, ως τροφή για σκέψη
«Στην ελληνική μυθολογία, ο Ύπνος ήταν θεός ή δαίμονας, που αποτελούσε την προσωποποίηση του ύπνου. (Ό,τι είναι ο Διάβολος στον Χριστιανισμό). Σύμφωνα με τον Ησίοδο στη Θεογονία, ο Ύπνος και ο δίδυμος αδελφός του, ο Θάνατος, ήταν «δεινοί Θεοί» που κατοικούσαν στον Τάρταρο, παιδιά της Νύχτας και του Ερέβους.[1] Ο Ύπνος μυθολογείται ότι είχε είτε χίλιους, είτε τρεις γιους ή αδελφούς (εκτός από τον Θάνατο): τον Μορφέα, τον Φοβήτορα και τον Φάντασο. Κατά τον Όμηρο, που τον αποκαλεί νήδυμο (γλυκύ),[2]τόπος κατοικίας του Ύπνου ήταν η νήσος Λήμνος, [3] ενώ από τους μεταγενέστερους συγγραφείς του αποδιδόταν μια δική του φανταστική πατρίδα, η «Νήσος των Ονείρων».Επίσης ο Ύπνος λατρευόταν πολύ στην κυρίως Ελλάδα. Σημαντικά κέντρα της λατρείας του Ύπνου ήταν η Επίδαυρος, η Τροιζήνα και η Ολυμπία.
Τον θεωρούσαν ήσυχο και πράο θεό ή δαίμονα, που πλανιόταν στη γη και τον απεικόνιζαν πότε ως ωραίο νέο, που έσπερνε στη Γη γλυκά όνειρα ή κοιμόταν σε μια κλίνη, πότε ως δαίμονα με φτερά, που μετέφερε ένα νεκρό με το θάνατο.»)